....

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΦΙΛΙΠΠΟΥ ΣΑΧΙΝΙΔΗ ΣΤΗΝ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΦΙΛΙΠΠΟΥ ΣΑΧΙΝΙΔΗ ΣΤΗΝ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ ΤΟΥ ΣΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΚΠΟΜΠΗ «ΠΡΩΤΗ ΓΡΑΜΜΗ» ΜΕ ΤΟΥΣ Β. ΛΥΡΙΤΖΗ ΚΑΙ Δ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ

Στο πάνελ συμμετέχουν επίσης οι κ.  Ι. Μιχελάκης (ΝΔ) και Γ. Σταθάκης (ΣΥΡΙΖΑ)

Για να κατανοήσουμε τι επιχειρεί να κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ, με το πρόγραμμα το οποίο ανακοίνωσε ο Πρόεδρός του στην ομιλία του αλλά και με τη συνέντευξη που έδωσε στη ΔΕΘ, θα πρέπει να σταθούμε απέναντι στο πρόβλημα και στη λύση που προσπαθεί να δώσει ο ΣΥΡΙΖΑ μέσα από τις τοποθετήσεις που έκανε ο κ. Τσίπρας. Το πρόβλημα είναι η εξαετής ύφεση, μια ύφεση που ξεκίνησε πριν έρθουν τα μνημόνια στη χώρα, ξεκίνησε το 2008. Και βεβαίως, τα υψηλά επίπεδα ανεργίας, έχουμε 1.300.000 ανέργους. Πολλές φορές έχουμε προβληματιστεί, ποια είναι η σωστή απάντηση για να αντιμετωπιστεί αυτό το πρόβλημα; Νομίζω ότι και οι τρεις εδώ, αν ερωτηθούμε, θα συμφωνήσουμε ότι θα πρέπει να σταματήσουν οι πολιτικές λιτότητας, δηλαδή, ότι θα πρέπει να σταματήσει η αυστηρή δημοσιονομική προσαρμογή. Εκεί που θα διαφωνήσουμε είναι, ως προς τον τρόπο με τον οποίο θα τονώσουμε τη ζήτηση για να επιστρέψει η οικονομία σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Έχω τοποθετηθεί δημόσια, ότι αυτό το πρόβλημα πρέπει να λυθεί κυρίως σε ευρωπαϊκή βάση, γιατί σε νομισματικές ενώσεις είναι προτιμότερο τις δαπάνες να τις πραγματοποιεί ένας ομοσπονδιακός προϋπολογισμός και όχι ο εθνικός προϋπολογισμός. Η πρόταση, λοιπόν, του ΣΥΡΙΖΑ αντιστοιχεί σε αυτό που περιέγραψε προηγουμένως ο κ. Λυριτζής, σε έναν εθνικό κεϋνσιανισμό. Δηλαδή, χρησιμοποιούμε τον προϋπολογισμό, έτσι ώστε, με αύξηση των δαπανών να τονωθεί η οικονομία. Και ρωτώ, αν αυτή είναι η λύση στο πρόβλημα, γιατί δεν απέδωσε τα έτη 2008 και 2009; Το 2007 προς το 2008 αυξήθηκε το έλλειμμα, αλλά δυστυχώς περάσαμε σε ύφεση. Από το 2008 στο 2009 διπλασιάστηκε το έλλειμμα, πήγε στο 15% και η ύφεση πήγε στο 3%. Τι μας λέει αυτό; Η εμπειρία δηλαδή που είχαμε μεταξύ 2007 και 2009 λέει, ότι η κλασική κεϋνσιανή θεωρία, που υποστηρίζει ότι η αύξηση των δαπανών του εθνικού προϋπολογισμού μπορούν να ανασχέσουν την ύφεση, δεν παράγει κατά ανάγκη το επιθυμητό αποτέλεσμα. Για αυτό και έχω υποστηρίξει, ότι εδώ πλέον χρειάζεται, πρώτον, πέρα από την υποβοηθητική πολιτική της ΕΚΤ που μηδένισε τα επιτόκια, που δίνει ρευστότητα στις τράπεζες, να έχουμε πλέον πολιτικές αύξησης μισθών στις χώρες του Βορρά για να καταναλώσουν και να παίρνουν προϊόντα από τις χώρες του Νότου. Δεύτερον, επενδυτικά προγράμματα Διευρωπαϊκού χαρακτήρα από τον Κοινοτικό Προϋπολογισμό. Να ξοδέψει χρήματα η Ευρώπη, να τονωθούν οι οικονομίες του Κέντρου και του Βορρά για να μπορέσουν να συμπαρασύρουν, με θετική έννοια του όρου, και τις οικονομίες του Νότου σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Αν εμείς, πάμε να εφαρμόσουμε προγράμματα, τα οποία θα στηρίζονται σε πόρους που δεν υπάρχουν, και δεν θέλω τώρα να μπω και να εξειδικεύσω γιατί δεν υπάρχουν πολλοί από αυτούς τους πόρους που περιγράφονται στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά αυτή είναι η πραγματικότητα, τότε πολύ φοβάμαι ότι θα συμβούν τα εξής: σε μια οικονομία που έχει ένα δομικό, διαρθρωτικό έλλειμμα καταθέσεων, θα διαπιστώσουμε να φεύγουν και άλλες καταθέσεις και τα επιτόκια δανεισμού θα αυξηθούν. Ένα μεγάλο ερώτημα είναι, από πού θα πάρει χρήματα η Ελλάδα; Διάβασα τη συνέντευξη του Πρωθυπουργού, που λέει «τέρμα, δεν πρόκειται να πάρουμε άλλα δανεικά από τους θεσμικούς πιστωτές». Άρα, αν το λέει αυτό ο Πρωθυπουργός και αρχηγός της ΝΔ και βεβαίως το λέει και το ΠΑΣΟΚ,  αντιλαμβάνομαι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα επικροτήσει αυτή την άποψη. Ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ θα πάει να ζητήσει χρήματα από τους θεσμικούς δανειστές. Επομένως, θα τα πάρουμε από τους πιστωτές, από τις αγορές. Όταν οι αγορές θα συνειδητοποιήσουν ότι η Ελλάδα εφαρμόζει ένα πρόγραμμα ενίσχυσης της ζήτησης που οδηγεί σε αύξηση των ελλειμμάτων, πιστεύετε ότι θα συνεχίσουν να δανείζουν την Ελλάδα με ευνοϊκούς όρους, λόγω των χαλαρών νομισματικών πολιτικών που εφαρμόζουν η ΕΚΤ και η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ; Εκτιμώ, ότι θα αρχίσουν να τιμολογούν το ελληνικό ρίσκο. Θα αφήσουν, δηλαδή, σε κίνδυνο τη δυνατότητα της Ελλάδας να αντλεί κεφάλαια από τις αγορές.

 

Β. Λυριτζής: Έχει ένα «κενό» ή μάλλον ένα «προαπαιτούμενο» η σκέψη σας. Ότι αυτή την πολιτική την ακολουθεί η κεντρική εξουσία της Ευρώπης. Αλλάζει, δηλαδή. Δεν φαίνεται όμως να αλλάζει.  Άρα;

 

Για αυτό έλεγα ότι είναι διττό το πρόβλημα. Πρώτον, είναι αναγκαίες οι εσωτερικές συμμαχίες, δηλαδή η εξασφάλιση ευρύτερων πολιτικών συναινέσεων. Είναι ένα ζήτημα που επιτακτικά το θέτω στις δημόσιες τοποθετήσεις μου από το 2010. Το δεύτερο είναι, η συμμαχία μεταξύ των χωρών που θίγονται από τον συγκεκριμένο τρόπο λειτουργίας της Ευρωζώνης. Αυτή τη στιγμή, ακούω με μεγάλη ικανοποίηση το ΣΥΡΙΖΑ να λέει ότι «πρέπει να οικοδομήσουμε συμμαχίες με τις χώρες του Νότου». Λέει επίσης «επικροτώ πολλές από τις προτάσεις που κάνει ο κ. Ρέντσι ή να πάμε μαζί με τους Ισπανούς να διεκδικήσουμε από τους Γερμανούς και τους άλλους Βόρειους, να αλλάξουν πολιτικές». Και ερωτώ εγώ: Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο κύριος Τσίπρας, μπορούν να συζητήσουν με τον κύριο Ραχόι, που ανήκει στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, μπορούν να συζητήσουν με τον κύριο Ρέτζι, αλλά δεν μπορούσαν να συζητήσουν με τον κύριο Παπανδρέου ή δεν μπορούν να συζητήσουν με τον κύριο Βενιζέλο, τώρα; Δηλαδή, νομίζω, ότι εδώ υπάρχει ένα ζήτημα ουσίας. Πρώτα, πρέπει να εξασφαλίσουμε συναινέσεις στο εσωτερικό της χώρας, αυτό θα μας επιτρέψει να χτίσουμε ένα ισχυρό μέτωπο, το οποίο μέτωπο μετά, θα μας επιτρέψει να εξασφαλίσουμε τις αναγκαίες συμμαχίες.

Νομίζω, ότι δύο προβλήματα προέκυψαν από τη χθεσινή τοποθέτηση του κυρίου Τσίπρα. Το πρώτο πρόβλημα είναι, ότι δεν αναφέρθηκε καθόλου στο ποια Ελλάδα και ποια οικονομία οραματίζεται. Δεν μας είπε τίποτα για την επιχειρηματικότητα, δεν μας είπε τίποτα για το επιθυμητό παραγωγικό πρότυπο, για το αν θα αγωνιστούμε να υποκαταστήσουμε εισαγωγές, να αυξήσουμε εξαγωγές, για το αν θέλουμε ξένες επενδύσεις,

 

Β. Λυριτζής: Αυτό το τρίτο πάντως δεν μας το λέει κανείς.

 

Ναι, γι’ αυτό σας το λέω, ότι είναι ένα πρόβλημα. Θα σας δώσω ένα απλό παράδειγμα. Λέει ο ΣΥΡΙΖΑ ότι «θα δοθούν 5 δισεκατομμύρια για να χρηματοδοτηθούν 300.000 θέσεις εργασίας». Αυτό σημαίνει, ότι περίπου 17.000 ευρώ για μια θέση εργασίας. Όμως, η δημιουργία μιας θέσης εργασίας σήμερα, κοστίζει κατ’ ελάχιστον, με βάση την ιστορική εμπειρία της χώρας, κάπου μεταξύ 60.000 και 80.000 ευρώ. Άρα, τι μας είπε προχθές και χθες ο κύριος Τσίπρας; Ότι θα δώσει χρήματα που αντιστοιχούν περίπου σε έναν ετήσιο μισθό για να δημιουργήσει μια θέση εργασίας. Αυτό σημαίνει, ότι δεν θα γίνει κάποια παραγωγική επένδυση στον ιδιωτικό τομέα που θα συνοδεύει τη δημιουργία αυτών των θέσεων. Το μεγάλο πολιτικό πρόβλημα της χώρας, δηλαδή, η έλλειψη αξιοπιστίας των πολιτικών δυνάμεων στη συνείδηση και στα μάτια των πολιτών είναι, ότι δεν κάθονται σε ένα τραπέζι να καταθέσουν τις προτάσεις τους και να πουν: Εμείς έχουμε ένα πρόγραμμα για την αύξηση της απασχόλησης. Αυτά λέει η Ν.Δ., αυτά λέει το ΠΑΣΟΚ, αυτά λέει ο ΣΥΡΙΖΑ, αναφορικά με το πόσες χιλιάδες θέσεις εργασίας μπορούν να δημιουργηθούν το 2015 και το 2016. Αυτές είναι, εκεί θα στοχεύουν, σ’ αυτούς τους τομείς της οικονομίας. Το δεύτερο μεγάλο πρόβλημα είναι οι κοινωνικές ανισότητες που διευρύνθηκαν ως αποτέλεσμα της δημοσιονομικής προσαρμογής. Κανένας δεν το αμφισβητεί αυτό. Αλλά, τι λέει σήμερα, η σύγχρονη οικονομική θεωρία; Ότι, όταν διευρύνονται οι κοινωνικές ανισότητες, μεσομακροπρόθεσμα, υπονομεύεται η αναπτυξιακή προοπτική της ελληνικής – και της οποιασδήποτε -  οικονομίας.  Ερώτημα: Μπορούμε να βάλουμε έναν στόχο και να πούμε, για παράδειγμα, ότι την επόμενη χρονιά, το 2015, θα επιχειρήσουμε να βγάλουμε 50.000 - 70.000  συμπολίτες μας που είναι κάτω από το όριο της φτώχιας και να τους περάσουμε πάνω από το όριο της φτώχειας; Αυτό θα έπρεπε να είναι το πεδίο ανταγωνισμού στα κόμματα. Γιατί μ’ αυτόν τον τρόπο νομιμοποιούν την πολιτική τους παρουσία, δηλαδή η πολιτική βγαίνει πάνω από την οικονομία, και έτσι εξασφαλίζουμε από τους πολίτες μια νομιμοποίηση. Διαφορετικά, διατρέχουμε τον κίνδυνο, να απαξιωθούμε στην συνείδηση των πολιτών και να κερδίσουν έδαφος ακραίες φασιστικές αντιλήψεις.

 

Δ.Οικονόμου: Επομένως, λέτε με δύο λόγια, χωρίς συμμαχίες στο εσωτερικό και χωρίς αλλαγή της ευρωπαϊκής πολιτικής, λύση δεν υπάρχει. Αυτό καταλαβαίνω εγώ.

 

Είναι η προσωπική μου άποψη και είμαι σταθερά προσηλωμένος σε αυτή την άποψη τα τελευταία χρόνια.

 

Δυο κουβέντες, επίσης, θέλω να πω: να αυξηθεί ο βασικός μισθός. Καμία αντίρρηση. Συνήθως, στην εκπομπή τη δική σας, ακούμε, ότι πάνω από 500.000 εργαζόμενοι, στον ιδιωτικό τομέα, παίρνουν το μισθό τους με καθυστέρηση που ξεπερνά τους 4 και τους 5 μήνες.

Και ερωτώ εγώ: αν με τα παρόντα επίπεδα μισθών, υπάρχει καθυστέρηση κατ’ ελάχιστον τεσσάρων - πέντε μηνών, υπάρχουν βέβαια και εργαζόμενοι που έχουν να πληρωθούν 8 και 9 μήνες, η αύξηση του βασικού μισθού, δεν θα οδηγήσει σε πρόσθετα προβλήματα ρευστότητας τις επιχειρήσεις και δεν θα δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα στην καταβολή των μισθών στις παρούσες συνθήκες περιορισμένης ρευστότητας;

 

Β.Λυριτζής: Ή να αυξήσει την ανεργία.

 

Πάμε στο ζήτημα του ελλείμματος. Λέει ο κύριος Σταθάκης, ότι «δεν θα δημιουργηθούν ελλείμματα». Εγώ έχω πάρα πολλές επιφυλάξεις. Γιατί υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα στον συγχρονισμό των δαπανών και των εσόδων. Τι θέλω να πω; Ότι, οι δαπάνες πρέπει να πληρωθούν άμεσα, αλλά σε ό,τι αφορά τα έσοδα, αυτά μπορούν να έρθουν με πολύ μεγάλη χρονική καθυστέρηση. Αυτό πρακτικά, τι σημαίνει; Ότι ναι, μπορεί αυτό το πρόγραμμα να έχει ενδεχομένως κάποια λογικά ερείσματα, αλλά στην πραγματικότητα, μεσολαβεί μια έλλειψη συγχρονισμού μεταξύ εσόδων και δαπανών που οδηγεί στη δημιουργία ελλειμμάτων…

 

Γ. Σταθάκης: Άλλο αυτό. Αυτό είναι θέμα ρευστότητας. Όχι ελλειμμάτων..

 

Η οποία, όμως, βεβαίως και δημιουργεί ελλείμματα. Διότι, αν η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής κάνει τρία χρόνια για να παράξει αποτελέσματα, αντιλαμβάνεστε ότι η διαφορά μεταξύ των δαπανών…

 

Β. Λυριτζής: Θα υπάρχει κενό…

 

Βεβαίως. Θα έχεις ένα κενό και οι αγορές θα παρακολουθούν το κενό και την αύξηση των ελλειμμάτων. Πάμε στο θέμα των χρημάτων του Τ.Χ.Σ. Τα χρήματα του Τ.Χ.Σ. δεν έχει δικαίωμα - λέει η τρόικα ή αν θέλετε οι θεσμικοί πιστωτές - η Ελλάδα να τα χρησιμοποιήσει, παρά μόνο για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Για τίποτε άλλο. Εάν, λοιπόν, αυτά είναι τα δεδομένα από την πλευρά των δανειστών, και λένε ότι, αν δεν τα χρησιμοποιήσετε, αν δηλαδή στην επόμενη ανακεφαλαιοποίηση, η οποία θα γίνει μόλις αποκαλυφθούν τα αποτελέσματα από τα test που κάνει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, εσείς καταφέρετε και αντλήσετε κεφάλαια από τον ιδιωτικό τομέα, τότε αυτά θα επιστραφούν πίσω. Δεν είναι, δηλαδή, χρήματα τα οποία είναι διαθέσιμα για να μπορεί ο καθένας από κει πέρα να χρηματοδοτήσει, για παράδειγμα τη δημιουργία μιας νέας τράπεζας.

 

Γ.Σταθάκης: Ανήκουν στο δημόσιο χρέος. Εμείς θα τα πληρώσουμε.

 

Μα θα μειωθεί το χρέος.

 

Γ. Σταθάκης: Εμείς θα τα πληρώσουμε.

 

Βεβαίως. Αλλά θα τα πάρουν πίσω. Θα μειώσουν το χρέος ισόποσα. Είναι 11,5 δις που διαμορφώνουν το σημερινό επίπεδο του χρέους…

 

Γ. Σταθάκης: Χρήματα λοιπόν του δημοσίου χρέους, ελληνικά…

 

… ναι, τα οποία θα επιστραφούν πίσω για να μειωθεί το χρέος.

 

Γ.Σταθάκης: θα επιστραφούν πίσω και τα οποία είναι δεσμευμένα για το σκοπό της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών…

 

Και μόνο γι’ αυτό…

 

 

 

Σχετικά με το ενδεχόμενο μετεκλογικών συμμαχιών.

Στο πιο κρίσιμο ζήτημα των στρατηγικών συνεργασιών, η απάντηση που ακούω από τον ΣΥΡΙΖΑ είναι η εξής: «ότι αυτό το θέμα θα το δούμε εκείνη τη στιγμή, γιατί εκτιμούμε ότι η αρχιτεκτονική της ελληνικής πολιτικής σκηνής θα αλλάξει και θα διαμορφωθούν νέες πολιτικές δυνάμεις οι οποίες αυτή τη στιγμή δεν υφίστανται». Και λέω εγώ, αν για παράδειγμα, ο ΣΥΡΙΖΑ που διεκδίκησε εκλογές χθες, γινόταν σήμερα εκλογές, πώς από τη συγκεκριμένη αρχιτεκτονική, από το συγκεκριμένο πολιτικό τοπίο, θα αναδειχθούν δυνάμεις οι οποίες δεν υπάρχουν αυτή τη στιγμή; Διότι δεν ξεπετάγονται από το πουθενά οι πολιτικές δυνάμεις, έτσι ώστε ο ΣΥΡΙΖΑ, να μπορέσει να απαντήσει στο ερώτημα που εύλογα θα θέσει ο Έλληνας πολίτης: «Ωραία, μόνος σου θα κυβερνήσεις;». Η προσωπική μου εκτίμηση είναι, ότι χθες και προχθές ο κ. Τσίπρας δεν απευθύνθηκε, σ’ αυτό που λέμε, στα μεσαία στρώματα. Διαφοροποιήθηκε με την πολιτική πρόταση από τη ρητορική του παρελθόντος. Δεν βρήκα τη λέξη «Αριστερά» καθόλου μέσα στο κείμενο της ομιλίας του. Όμως πολλές από αυτές τις απόψεις που κατέθεσε θα προβληματίσουν ιδιαίτερα τα μεσαία στρώματα. Και ρωτώ, λοιπόν, με ποιες πολιτικές δυνάμεις θα συνεργαστεί στο εσωτερικό της χώρας; Διότι, η αρχιτεκτονική της πολιτικής σκηνής είναι πολύ συγκεκριμένη.

Σε ανύποπτο χρόνο, όταν συζητούσαμε για τις προοπτικές εξόδου από την ύφεση, είχε δημόσια τοποθετηθεί ο κ. Σταθάκης και είχε πει ότι «η χώρα για να μπορέσει να αναταχθεί, χρειάζεται 30 δισεκατομμύρια επενδύσεις». Ήμουν από τους ανθρώπους που συμφώνησα, επικρότησα και είπα κι όχι μόνο. Κι ακόμη περισσότερα. Είπε ο ίδιος ο κ. Τσίπρας, ότι «η χώρα βιώνει αποεπένδυση». Δηλαδή, τα τελευταία χρόνια δε γίνονται επενδύσεις. Κανένας δε διαφωνεί με αυτές τις παρατηρήσεις κι επισημάνσεις. Ερώτημα: «Με αυτό το πρόγραμμα, ποιος επενδυτής θα νοιώσει ασφάλεια και θα έρθει να επενδύσει στην Ελλάδα;». Από πού θα βρεθούν αυτά τα κεφάλαια, όταν έχουμε διαρθρωτικό έλλειμμα στις καταθέσεις;  Λέω, λοιπόν, στον κ. Σταθάκη - που συμφωνεί μαζί μου για την ανάγκη προσέλκυσης 30 δισεκατομμυρίων επενδύσεων - μπορούμε να προσελκύσουμε αυτά τα 30 δισεκατομμύρια; Προσωπικά, λέω όχι. Αυτές οι προτάσεις που κατατέθηκαν στην ΔΕΘ δεν απαντούν στο κρίσιμο αυτό ερώτημα.

 

Β.Λυριτζής: Βάλτε μια άνω τελεία και απαντήστε μου γρήγορα όμως στο αντίστροφο ερώτημα. Γιατί με τη δική σας Κυβέρνηση και με το δικό σας πρόγραμμα δεν έρχονται επενδύσεις, αφού μας προσφέρετε πολιτική σταθερότητα κι ένα περιβάλλον ευνοϊκό για τις επενδύσεις, ένα. Και δύο: το ΠΑΣΟΚ θεωρεί δεδομένη τη συνεργασία του με τη ΝΔ και δε θέτει  για τον εαυτό του θέμα συνεργασιών και το τι θα κάνει για την Κυβέρνηση; H στρατηγική σας το έχει φτάσει εκεί ώστε να είστε συνεργάτες με τη ΝΔ;

Να ξεκινήσω από το δεύτερο ερώτημα.  Η συνεργασία, η οποία αποφασίστηκε τον Ιούνιο του 2012, έγινε στη βάση του γεγονότος, ότι εκείνη τη στιγμή η χώρα βρισκόταν αντιμέτωπη με τεράστια προβλήματα. Αρκεί να σας πω, ότι λίγες ημέρες πριν από τις εκλογές του Ιουνίου του 2012 είχαν φύγει από τη χώρα περισσότερα από 15 δισεκατομμύρια καταθέσεων. Είχαμε τότε πει, ότι έχουν ευθύνη εθνική και ο ΣΥΡΙΖΑ, διότι πλέον είχε αναδειχθεί σε κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης και η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ να προσέλθουν στο τραπέζι και να συνεργαστούν. Ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε τη συγκεκριμένη επιλογή. Δεν προσήλθε. Λέω, λοιπόν, μετά από 2 χρόνια εμπειρίας κυβερνητικής συνεργασίας, μετά από 4-5 χρόνια κρίσης, δεν θα έπρεπε κάποια στιγμή να επαναπροσδιορίσουμε τις θέσεις μας για συνεργασίες;  Εμείς δεν θεωρούμε, ότι η συνεργασία μας με τη ΝΔ είναι στρατηγικού χαρακτήρα. Εμείς λέμε, ότι έχουμε καταθέσει συγκεκριμένες προτάσεις για το πώς η χώρα θα βγει από την κρίση και πάνω σ’ αυτές τις προτάσεις καλούμε να τοποθετηθούν τα κόμματα…

Β. Λυριτζής: Θα συμμετείχατε σε μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ;

 Στη βάση κάποιου συγκεκριμένου προγράμματος, να κάνουμε μία συζήτηση, να δούμε τι ακριβώς υπόσχεται ο ένας και τι υπόσχεται ο άλλος.

Και πάμε πίσω στο ζήτημα της προσέλκυσης των επενδύσεων. Η προσέλκυση των επενδύσεων επηρεάζεται από πάρα πολλά πράγματα. Ένα από τα οποία είναι η πολιτική σταθερότητα. Η χώρα, είτε μας αρέσει είτε δε μας αρέσει, τώρα αρχίζει να διαμορφώνει προϋποθέσεις πολιτικής σταθερότητας. Γι’ αυτό και λέω, ότι δεν ήταν πάρα πολύ εύκολο να έρθουν κεφάλαια. Παρά το γεγονός αυτό, ότι δεν ήταν εύκολο, ήρθαν κεφάλαια. Η συμμετοχή στις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου των τραπεζών δεν έγινε με ιδιωτικά κεφάλαια; Δεν έγιναν κάποιες άλλες επενδύσεις; Αυτό το κλίμα θα μπορέσει να συνεχιστεί;

 

Β.Λυριτζής: Κλείνοντας τη συζήτηση. Βενιζέλος ή Χρυσοχοΐδης;

Το ΠΑΣΟΚ είναι πολυτραυματίας. Θα προτιμούσα πιο χαμηλούς τόνους, γιατί δεν έχουμε την πολυτέλεια να τραυματίζουμε ακόμη περισσότερο το ΠΑΣΟΚ.

Κατηγορία: 

Σχόλια - Facebook Comments