....

ΟΙ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΕΣ ΕΝΟΣ ΠΡΟΞΕΝΟΥ, ΕΝΟΣ ΠΡΕΣΒΗ ΚΑΙ ΕΝΟΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ

Του Νικηφόρου Σιβένα

Οι σχέσεις του Κουζινερύ με τον Μητροπολίτη Βοδενών Μελέτιο

Ο Κόμης Σουαζέλ-Γκουφφιέ καταφτάνει το 1784 σαν νέος πρέσβης στη Κωνσταντινούπολη με μια αρμάδα επιστημόνων, σχεδιαστών και καλλιτεχνών και εγκαθίσταται στο περίφημο Παλάτι της Γαλλίας (Πρεσβεία της Γαλλίας στο Πέραν της Κωνσταντινούπολης). Όπως πολύ εύστοχα θα παρατηρήσει κάποιος “έμοιαζε περισσότερο με επιστημονική παρά με διπλωματική αποστολή”.

Η πρεσβεία της Γαλλίας στο Πέραν της Κωνσταντινούπολης, η επονομαζόμενη και “Παλάτι της Γαλλίας”, σε ζωγραφικό πίνακα της εποχής

Πρεσβεία Γαλλίας

Λάτρης του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, συγγραφέας ενός μπεστ-σέλερ που συγκίνησε τη Δύση, έχει μεγάλη αδυναμία σε αρχαία μάρμαρα, αγάλματα, ανάγλυφα και επιγραφές. Τα λεφτά δεν είναι πρόβλημα γι αυτόν αφού κατάγεται από πλουσιότατη οικογένεια. Οργανώνει έτσι ένα δίκτυο ανθρώπων για την ανεύρεση και αγορά αρχαιοτήτων. Τον πρωτεύοντα ρόλο στην ανεύρεση τους θα παίξει ο σχεδιαστής και ζωγράφος Λουί Φωβέλ (Louis Fauvel) που τον είχε βοηθήσει και στο βιβλίο του. Οταν η αγορά αρχαίων μαρμάρων δεν είναι δυνατή λόγω της άρνησης του Σουλτάνου να δώσει την απαραίτητη άδεια – όπως του συνέβη στη περίπτωση των μαρμάρων του Παρθενώνα πολύ πριν από τον Έλγιν – ο Φωβέλ θα σταλεί στην Αθήνα να φτιάξει γύψινα εκμαγεία. Στο δίκτυο των έμπιστων ανθρώπων ο Γάλλος πρέσβης θα βάλει προοδευτικά και τους προξένους της Γαλλίας σε Αθήνα, Σμύρνη και Θεσσαλονίκη.

Ετσι τον Μάιο του 1787, λίγο μετά την προαγωγή του σε γενικό πρόξενο της Γαλλίας στη Θεσσαλονίκη, ο Κουζινερύ θα λάβει μιαν αναπάντεχη επιστολή από τον προϊστάμενό του πρέσβη. Το περιεχόμενο της ξεφεύγει από το καθαρά υπηρεσιακό ύφος (όλες οι επιστολές από G. Koutzakiotis “A la recherche du Royaume antique”): “Γνωρίζω ότι έχετε μια ειδική ευαισθησία για τις αρχαιότητες όπως κι εγώ. Θα ήταν άραγε αδιακρισία εκ μέρους μου αν σας παρακαλούσα να μοιραστείτε μαζί μου τα ευρήματα των ερευνών σας;” Ο πρέσβης παρότι βρίσκεται στη Κωνσταντινούπολη από το 1784 παίρνει την πρωτοβουλία να γράψει στον Κουζινερύ τρία χρόνια αργότερα, όταν δηλ. ο τελευταίος αναλαμβάνει επισήμως καθήκοντα γενικού προξένου και γίνεται άμεσα υφιστάμενος του. Αναφερόμενος στο ενδιαφέρον του Κουζινερύ για τις αρχαιότητες υπαινίσσεται τη γνωριμία τους τον Οκτώβριο του 1776 στη Θεσσαλονίκη. Ο νεαρός Σουαζέλ-Γκουφφιέ θα έμαθε τότε για τις γνώσεις και το ενδιαφέρον του Κουζινερύ για τα αρχαία νομίσματα. Δεν αποκλείεται μάλιστα ο τελευταίος να του είχε μιλήσει και για τη Πέλλα που μόλις είχε ανακαλύψει. Θα μπορούσε λοιπόν να γίνει ένας ιδανικός συνεργάτης του στην ανεύρεση, αγορά και αποστολή μαρμάρων από τη Μακεδονία. Στη συνέχεια της επιστολής υπογραμμίζει το ενδιαφέρον του για “πολύτιμα μάρμαρα όπως αγάλματα και κομμάτια αγαλμάτων, κίονες από πορφυρό ή πράσινο μάρμαρο ή από γρανίτη” και τον παρακαλεί να βοηθήσει στον εμπλουτισμό της συλλογής του. Σε ότι αφορά το κόστος “κρατείστε ένα κατάλογο με τα έξοδα που θα κάνετε και ενημερώστε με για τον τρόπο να σας αποπληρώσω. Μόνο μ’αυτόν τον όρο θα μπορούσα να δεχτώ τις υπηρεσίες σας”.

Ο Κουζινερύ του απαντά αμέσως, τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς, και του υπόσχεται να κάνει ο,τι μπορεί για να ικανοποιήσει την επιθυμία του πρέσβη. Άλλωστε αμφότερες οι επιθυμίες είναι απόλυτα συμβατές και συμπληρωματικές: ο πρέσβης ψάχνει για μάρμαρα κι αυτός για νομίσματα. “Σε κάθε ευκαιρία θα προσπαθήσω να σας φανώ χρήσιμος” του απαντά. “Από την πρώτη μέρα της άφιξής μου στη Θεσσαλονίκη συνεχίζω τη μελέτη των νομισμάτων και έχω ήδη μια συλλογή αρκετά μεγάλη. Ελπίζω οι συνεχείς έρευνές μου να οδηγήσουν και στην ανεύρεση αρχαιοτήτων που επιθυμεί η Εξοχότητά Σας”. Πράγματι θυμόμαστε ότι ο Κουζινερύ σε επιστολή του προς τον διάσημο νομισματολόγο Ζοζέφ Εκέλ είχε αναφέρει, πριν ακόμη γίνει πρόξενος, ότι η συλλογή του μετρούσε ήδη 5000 αρχαία νομίσματα. Σε ένδειξη καλής θελήσεως μάλιστα προς τον πρέσβη τον πληροφορεί ότι θα του στείλει αμέσως ένα ανάγλυφο μάρμαρο, δυο μικρά αγάλματα και μια μπρούτζινη προτομή του Αδριανού που έχει ήδη στη κατοχή του. Επειδή πρόκειται για δώρα που του έχουν ήδη προσφερθεί τα στέλνει κι αυτός στον πρέσβη δωρεάν.“Το ένα άγαλμα παρουσιάζει την Ουράνια Αφροδίτη και το άλλο τον Ποσειδώνα. Η Αφροδίτη προέρχεται από την Αίγυπτο, ο Ποσειδώνας και η προτομή του Αδριανού από τη Σμύρνη”. Από πού προέρχεται όμως το ανάγλυφο; “Δέχτηκα πριν λίγο καιρό από τον Μητροπολίτη Βοδενών, την αρχαία Έδεσσα, ένα ανάγλυφο που δείχνει τέσσερα πρόσωπα καθισμένα γύρω από ένα τραπέζι”. Είναι Ιούνιος 1787 και – πληροφορούμαστε – ότι ο Κουζινερύ όχι μόνο γνώριζε καλά τον Μελέτιο αλλά ότι έχει δεχτεί από αυτόν και δώρο ένα αρχαίο ανάγλυφο. Μπορούμε αβίαστα να συμπεράνουμε οτι ο Κουζινερύ έχει πάει κι άλλες φορές στην Έδεσσα κι έχει γνωριστεί και με τον διάδοχο του Γερμανού, Μελέτιο, ο οποίος είναι ήδη Μητροπολίτης Βοδενών από το 1782. Εκτός του ότι μια τέτοια γνωριμία εξυπηρούσε τα άμεσα συμφέροντά του, αφού η Πέλλα βρίσκόταν στη δικαιοδοσία του Μητροπολίτη Βοδενών, είναι πιθανόν να εντυπωσιάστηκε από τη μόρφωση του Μελετίου, την ενεργητικότηατα και τον ενθουσιασμό του. Ο Μελέτιος με τη σειρά του θα βρήκε στο πρόσωπο του Γάλλου διπλωμάτη έναν αξιόλογο συνομιλητή και θα εκτίμησε τις γνώσεις και το ενδιαφέρον του για την αρχαία ελληνική τέχνη και ιστορία. Θα πρέπει να υπήρξε μια αμοιβαία συμπάθεια και εκτίμηση.

Η αναφορά όμως σε ανάγλυφο μας κάνει να σκεφτούμε την επίσκεψη του Κουζινερύ στη Πέλλα μερικά χρόνια πρωτύτερα. Τότε εντυπωσιάστηκε από “ένα ανάγλυφο που είδα σε τοίχο της νέας εκκλησίας” η οποία είχε αναγερθεί αργότερα στη θέση του παλιού και ερειπωμένου ναού.

Το περίφημο ανάγλυφο με τους ηθοποιούς που ετοιμαζονται για μια θεατρική παράσταση

Ανάγλυφο εκκλησίας πέλλας

Ο νεαρός Γάλλος αρχαιολόγος Ντελακουλόνς, που όπως έχουμε ήδη αναφέρει έκανε μια μεγάλη περιοδεία στη Μακεδονία το 1855 ακολουθώντας τα βήματα του Κουζινερύ, περνώντας από την Πέλλα δεν έχασε την ευκαιρία να επισκεφτεί και τον ναό με το εντοιχισμένο ανάγλυφο που παρουσίασε ο Κουζινερύ στο βιβλίο του. Μας πληροφορεί ότι κατά την ανοικοδόμηση του ναού “είχαν διατηρήσει τον πτυχωτό κίονα που στήριζε την Αγία Τράπεζα. Το ανάγλυφο όμως που ήταν εντοιχισμένο στη νέα εκκλησία είχε εξαφανιστεί πριν από πολλά χρόνια”. Κάποιοι λοιπόν είχαν αφαιρέσει το ανάγλυφο από τον τοίχο της εκκλησίας. Τι αναπαριστούσε το ανάγλυφο; “Η διάταξη των προσώπων και το ντεκόρ θυμίζει ένα μωσαϊκό και μια τοιχογραφία στη Πομπηΐα. Πρόκειται για ηθοποιούς στο χορήγιον ενός θεάτρου, το μέρος πίσω από την αυλαία όπου προετοιμάζονταν οι ηθοποιοί πριν αρχίσουν μια θεατρική παράσταση”. Πράγματι, παρατηρούμε ότι αυτός που κάθεται στο κέντρο και δεξιά βοηθά τον καθισμένο στη πολυθρόνα ηθοποιό, που ανασηκώνει ελαφρά τον χιτώνα του, να του δέσει κάτι στα πόδια (κορδέλες σανδαλιών;). Οι άλλοι, καθήμενοι ή όρθιοι, φαίνονται συγκεντρωμένοι, αναλογιζόμενοι ίσως τους ρόλους τους πριν αρχίσει η παράσταση. Το ανάγλυφο ήταν σημαντικό και επιβεβαιώνει ότι το θέατρο στη Πέλλα ήταν αρκετά δημοφιλές. Φιλοξενήθηκαν άλλωστε εκεί οι διασημότεροι καλλιτέχνες της εποχής, όπως ο ποιητής και μαθητής του Σωκράτη Αγάθωνας και ο Ευριπίδης. Ο τελευταίος μάλιστα άφησε και τη τελευταία του πνοή στη Μακεδονία. Δυστυχώς μια πολύ πρόχειρη (διαδικτυακή) έρευνα στη συλλογή του Σουαζέλ-Γκουφφιέ, συλλογή που κατέληξε – μετά από πολλές περιπέτειες και δικαστικές διενέξεις – στο Παρίσι, δεν μας επέτρεψε να ταυτοποιήσουμε τα αντικείμενα που αναφέρει στην επιστολή του ο Κουζινερύ. Χρειάζεται μια εμπεριστατωμένη έρευνα. Τα ανάγλυφο πάντως που περιγράφει ο πρόξενος στην επιστολή του κάνει λόγο για τέσσερις καθισμένες φιγούρες ενώ το ανάγλυφο στο ναό των Αγίων Αποστόλων αποτελούνταν από έξι συνολικά πρόσωπα, τέσσερα καθισμένα και δυο όρθια. Παραμένει άγνωστο σε μας που βρισκεται το ανάγλυφο αυτό σήμερα.

Κατηγορία: 

Σχόλια - Facebook Comments